- οπτίων
- ὀπτίων, -ωνος, ὁ (Α)1. βοηθός2. (στον στρατό) διάδοχος ή αντιπρόσωπος τού αρχηγού στρατιωτικής μονάδας, υπασπιστής.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. optio, -ōnis «συνεργός, σύμβουλος»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὀπτίων — ὀπτάω roast pres part act masc nom sg (epic doric ionic) ὀπτίων optio masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀπτιόνων — ὀπτίων optio masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀπτίονα — ὀπτίων optio masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀπτίονας — ὀπτίων optio masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀπτίονες — ὀπτίων optio masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀπτίονος — ὀπτίων optio masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υποπτίων — ωνος, ὁ, Μ βοηθός υπασπιστή. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ὀπτίων «βοηθός, υπασπιστής»] … Dictionary of Greek